Ουρική αρθρίτιδα

line new 1 1 -

Η ουρική αρθρίτιδα είναι ένας τύπος φλεγμονώδους αρθρίτιδας που χαρακτηρίζεται από ξαφνικές, έντονες κρίσεις πόνου, οίδημα, ερυθρότητα και ευαισθησία στις αρθρώσεις. Επηρεάζει συχνότερα την άρθρωση στη βάση του μεγάλου δακτύλου στα πόδια, αλλά μπορεί επίσης να επηρεάσει και άλλες αρθρώσεις όπως τους αστραγάλους, τα γόνατα, τους αγκώνες, τους καρπούς και τα δάχτυλα.

Η ουρική αρθρίτιδα προκαλείται από τη συσσώρευση κρυστάλλων ουρικού άλατος μέσα στις αρθρώσεις, που προκύπτουν από τα υψηλά επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα.

ouriki arthritida 1 -

Που οφείλεται η ουρική αρθρίτιδα;

line new 2 -
ouriki arthritida 2 -

Διαχείριση της ουρικής αρθρίτιδας

line new 1 1 -
Η αποτελεσματική διαχείριση της ουρικής αρθρίτιδας περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο ζωής, φάρμακα και στρατηγικές για τη διαχείριση των κρίσεων και την πρόληψη μελλοντικών εξάρσεων.
1. Αλλαγές στον τρόπο ζωής
2. Φαρμακευτική αγωγή​

Η διαχείριση της ουρικής αρθρίτιδας περιλαμβάνει έναν συνδυασμό φαρμάκων για την αντιμετώπιση των οξέων προσβολών και την πρόληψη μελλοντικών εξάρσεων.

Στην οξεία προσβολή, τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) όπως η ιβουπροφαίνη και η ναπροξένη χρησιμοποιούνται συνήθως για τη μείωση του πόνου και της φλεγμονής. Η κολχικίνη είναι μια άλλη αποτελεσματική επιλογή εάν ληφθεί αμέσως μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, παρέχοντας ανακούφιση από τον πόνο ουρικής αρθρίτιδας. Τα κορτικοστεροειδή όπως η πρεδνιζόνη μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχο της φλεγμονής και του πόνου, χορηγούμενα είτε από το στόμα είτε με ένεση. Βιολογικοί παράγοντες και συγκεκριμένα αναστολείς κατά της ιντερλευκίνης-1 (anti-IL-1) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διαχείριση της ουρικής αρθρίτιδας, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου οι συμβατικές θεραπείες είναι αναποτελεσματικές ή δεν είναι καλά ανεκτές.

Για μακροπρόθεσμη πρόληψη, συνταγογραφούνται αναστολείς οξειδάσης ξανθίνης όπως η αλλοπουρινόλη και η φεβουξοστάτη για τη μείωση της παραγωγής ουρικού οξέος. Τα ουρικοζουρικά όπως η προβενεσίδη βοηθούν στην αύξηση της απέκκρισης του ουρικού οξέος από τα νεφρά, μειώνοντας έτσι τα επίπεδά του στο αίμα.